Radical30 World
Κάνετε κλικ σε μια φωτογραφία του Τίτλου ή στη λέξη Φόρουμ για να δείτε τα θέματα μας.

Εγγραφείτε στο φόρουμ, είναι εύκολο και γρήγορο

Radical30 World
Κάνετε κλικ σε μια φωτογραφία του Τίτλου ή στη λέξη Φόρουμ για να δείτε τα θέματα μας.
Radical30 World
Θέλετε να αντιδράσετε στο μήνυμα; Φτιάξτε έναν λογαριασμό και συνδεθείτε για να συνεχίσετε.
Σύνδεση

Έχω ξεχάσει τον κωδικό μου

Πρόσφατα Θέματα
» 5 Μαρτίου 1943: Η μεγαλύτερη νίκη της Αντίστασης.
ΜΑΛΒΙΝΑ ΚΑΡΑΛΗ (2) EmptyΚυρ 06 Μαρ 2016, 12:59 από radical30

» Forsaken-2015 ******
ΜΑΛΒΙΝΑ ΚΑΡΑΛΗ (2) EmptyΔευ 22 Φεβ 2016, 10:13 από radical30

» The First Grader *******
ΜΑΛΒΙΝΑ ΚΑΡΑΛΗ (2) EmptyΔευ 08 Φεβ 2016, 13:05 από radical30

» Περί των "Κοινών Αγαθών"
ΜΑΛΒΙΝΑ ΚΑΡΑΛΗ (2) EmptyΠαρ 05 Φεβ 2016, 02:20 από radical30

» Ο δικός μου "χιονάνθρωπος"
ΜΑΛΒΙΝΑ ΚΑΡΑΛΗ (2) EmptyΤετ 03 Φεβ 2016, 06:11 από radical30

» Δημήτρης Βαρδαβάς
ΜΑΛΒΙΝΑ ΚΑΡΑΛΗ (2) EmptyΤετ 03 Φεβ 2016, 04:52 από radical30

» Η "Νονά"
ΜΑΛΒΙΝΑ ΚΑΡΑΛΗ (2) EmptyΣαβ 23 Ιαν 2016, 06:11 από radical30

Απρίλιος 2024
ΔευΤριΤετΠεμΠαρΣαβΚυρ
1234567
891011121314
15161718192021
22232425262728
2930     

Ημερολόγιο Ημερολόγιο

Ψηφοφορία
Τροφοδοσία RSS


Yahoo! 
MSN 
AOL 
Netvibes 
Bloglines 


Παρόντες χρήστες
50 χρήστες είναι συνδεδεμένοι αυτήν την στιγμή:: 0 μέλη, 0 μη ορατοί και 50 επισκέπτες :: 1 μηχανή αναζήτησης

Κανένας

Περισσότεροι χρήστες υπό σύνδεση 151, στις Τρι 19 Νοε 2019, 12:57

ΜΑΛΒΙΝΑ ΚΑΡΑΛΗ (2)

Πήγαινε κάτω

ΜΑΛΒΙΝΑ ΚΑΡΑΛΗ (2) Empty ΜΑΛΒΙΝΑ ΚΑΡΑΛΗ (2)

Δημοσίευση  radical30 Δευ 20 Ιουν 2011, 12:21

η συνέχεια.....


Πιστεύεις ότι σε αγαπούσε πραγματικά;
Θα σου πω κάτι. Έγινε κάτι με μένα. Μου το λένε και δικοί της άνθρωποι. Μου το έλεγε και η ίδια. «Αν πριν τρία χρόνια κάποιος με χάιδευε -ο οποιοσδήποτε, ή άντρας ή γυναίκα- θα τον είχα χτυπήσει» μου έλεγε. Δεν άφηνε κανέναν να την αγγίξει. Δεν καταλάβαινε πως γίνεται έτσι πολύ απλά χωρίς να ζητήσει κάποιος κάτι να αγαπάει. Εδώ με μένανε…. Εκεί που έλεγε «Άντα, αν ήσουνα εσύ γιατρός το ξέρω ότι θα με είχες σώσει επειδή με αγαπάς» εκεί, μετά από ένα δευτερόλεπτο, έλεγε «δεν υπάρχει περίπτωση να αγαπάει ένας άνθρωπος έτσι στα καλά καθούμενα» Εντάξει, έχει αποθημένα απο μικρή η Μαλβίνα. Μου έχει πει πολλά. Αυτά τα κουβαλάς όλη σου τη ζωή. Κι αλλοι έχουν αποθημένα αλλά ξεχνάνε. Η Μαλβίνα έχει γεννηθεί τέρας, δεν ξέχναγε εύκολα.

Αυτό για το άγγιγμα που λες. Εγώ πιάνω πολύ τους ανθρώπους που αγαπάω. Και μια φορά την χτύπησα στην πλάτη. Της λέω «Γεια σου ρε Μαλβίνα!» Τα έχασε. Ήταν σαν να την χτύπησε ρεύμα. «Ε τι με χτυπάς;» μου είπε. Αλλά χαμογελούσε. Κατάλαβα ότι σαν να φοβόταν κάτι, αλλά της άρεσε κι όλας. Από τότε με άφηνε συχνά να την πιάνω αγκαλιά.
Στο τέλος το κατάλαβε και το δέχτηκε ως ένα σημείο.

Σε ποίον δεν αρέσει το χάδι ρε Άντα;
Ναι, αλλά δεν τολμούσανε να το κάνουνε αυτό στην Μαλβίνα. Δεν το πίστευε ότι υπάρχει αγάπη. Δεν το πίστευε.

Αυτό όμως είναι σκληρό και για τον ίδιο μας τον εαυτό.
Εμείς στην Αλβανία λέμε αυτό που λέτε κι εσείς εδώ. Λέμε «το αίμα νερό δεν γίνεται». Θυμάμαι όταν έγραφε το «Πιο πολύ, πιο πολλοί» στην μνήμη της μάνας της, μου έλεγε συνέχεια «σε παρακαλώ πάρα πολύ, θέλω να με αγκαλιάζεις.» Εγώ το έχω πει, ότι τον μοναδικό άνθρωπο που έχει αγαπήσει τόσο πολύ -γιατί όποιον τον αγαπάς πιο πολύ τον μισείς και πιο πολύ- ήτανε η μαμά της. Θα σου δώσω το βιβλίο. Θα το διαβάσεις κι θα βγάλεις συμπέρασμα. Γιατί έτσι κάνει η Μαλβίνα. Αν αγαπάει κάποιον είναι τελειωμένη. Τα δίνει όλα. Όλα για όλα. Δεν υπήρχε η Μαλβίνα όταν αγάπαγε Δεν το έκανε κανένας αυτό. Κανένας. «Ας πονάμε, δεν πειράζει. Αφού πονώντας σημαίνει ότι υπάρχουμε και δεν γίνεται να ζούμε μια βαρετή ζωή δίχως να πονάμε». Αυτό λέγαμε. Α! Να σου πω για την αρχή; Για την πρώτη μέρα που πήγα;

Ναι, πες μου.
Μου λέει «Σε παρακαλώ ένα πράγμα μόνο» μου λέει «Να μη φωνάζεις.» Σκέψου τώρα, εγώ να πάω για να καθαρίζω ένα σπίτι, και να σου λέει το αφεντικό τέτοιο πράγμα.

Τι μη φωνάζεις;
Να μη μιλάω δυνατά δηλαδή. Δεν μπορούσε τη φασαρία. Γιατί αν φώναζες φοβότανε.

Φοβότανε;
Κοίτα. Αν θέλεις να μάθεις την Μαλβίνα, ξέχνα τη Μαλβίνα που έβλεπες έξω. Ακόμα και κουβέντα να κάναμε δυνατή έλεγε «σε παρακαλώ, μίλα πιο σιγά» Άλλη ήταν η Μαλβίνα στην τηλεόραση. Καμιά σχέση με την αληθινή Μαλβίνα.

Εσένα δεν σε κούραζε να ακούς τα προβλήματά της;
Εγώ μορφωνόμουνα αγόρι μου. Ήταν ο ευεργέτης μου. Άλλος τρόπος. Με το να μου λέει "να μην είσαι ποτέ δεύτερη στη ζωή σου, πάντα πρώτη» εγώ σκεφτόμουνα «Τι μου λέει; Πως μπορώ να μην είμαι δεύτερη όταν δεν έχω την δυνατότητα; Είμαι φτωχή. Έχασα μια φορά στην Αλβανία τα λεφτά με τις πυραμίδες, τα έχασα κι εδώ με το Χρηματιστήριο. Πάει το πήρα απόφαση, είμαι φτωχή. Πώς μπορώ να είμαι πρώτη;» Ε, δεν είχε σχέση αυτό. Δεν είχε σχέση με το χρήμα ή με τις γνώσεις. Με την Μαλβίνα κατάλαβα. Είχε να κάνει με την ψυχή.

Αγαπούσε το χρήμα;
Όχι. Αφού τα έδινε έτσι ρε.

Θα μπορούσε όμως να ζήσει δίχως χρήμα;
Να σου πω κάτι. Η Μαλβίνα δεν ήταν του Καρούζο. Δεν ήτανε έτσι. Στα αρχίδια της. Όταν ήθελε ας πούμε να πάει στο Ηρώδειο θα φόραγε και το πολύ ακριβό, αλλά στη ζωή της έκανε την πιο απλή ζωή. «Θα κάνω ένα καλό τραπέζι; Ναι. Θα έχω τα πιο ακριβά. Το πιο ακριβό κρασί, τα πιο ακριβό πράγματα» Αλλά το χρήμα έτσι όπως το έβγαζε το άφηνε. Ξέρω κι άλλους που δεν το αγαπάνε αλλά που δεν το αφήνουν έτσι. Πρώτα απ' όλα δεν ήξερε ποτέ πόσα είχε στην τσάντα της. Και δεν την ένοιαζε. «Μπορώ να ζήσω με τα τραγούδια που μας αρέσουνε» μου έλεγε. «Με την Βιτάλη.» «Αντα, αν είμαι ευτυχισμένη μέσα σε ένα δυάρακι ζω άνετα. Δεν με νοιάζει καθόλου.» Και όταν πήγαμε και ψάχναμε σπίτι -ήθελε να φύγει από την Πλάκα- πήγαμε σε κάποια περιοχή τι να σου πω! Κοντά στην Ομόνοια, εκεί σε ένα δρόμο με μπαχαρικά, με είδη υγιεινής…Τι να σου πω!…Κι όμως εκεί ήθελε. «Εδώ! Ινδία!…Αυτό θέλω! Φασαρία! Μπαλκάν Αντα! Μπαλκάν! Βαλκάνια.» Όχι, δεν χρειαζότανε το χρήμα. Ότι καλό έπαιρνε το έπαιρνε για τους άντρες.

Τους αγαπούσε τους άντρες;
Πάρα πολύ. Την ένοιαζε να φροντίζει τον άντρα που αγαπούσε. Τα είχε δοκιμάσει όλα, αυτό ήθελε όμως. Θυμάσαι κάτι που μου είχες πει κάποτε;

Τι;
Είχες πει «Η Μαλβίνα όταν κάποτε φύγει θα φύγει χορτάτη. Τι γυναίκα είναι αυτή!»

Τι σου λείπει περισσότερο από εκείνη;
Έναν άνθρωπο που μπορώ να τα πω όλα. Να κουβεντιάζω και να με καταλαβαίνει. Σήμερα δεν μπορώ να πω τίποτα πια. Μου λείπουνε πάρα πολλά.

Τι θυμάσαι πιο έντονα από αυτήν;
Αυτό που περάσαμε μαζί τους τελευταίους δέκα μήνες. Μεγάλη εμπειρία. Αυτό με έχει πικράνει πάρα πολύ. Η Μαλβίνα δεν δέχτηκε ποτέ τον θάνατο. Αγαπούσε τη ζωή. Γι αυτό ενώ πέρσι τον Νοέμβριο τόσες φορές είπαμε «πάει τέλειωσε» έπαιρνε μια τα πάνω και μπαίναμε στο δωμάτιο-είχε βγει από την εντατική, και την βλέπαμε κι έτρωγε. Τους δυο τελευταίους μήνες ξέρεις πως έχουμε κοιμηθεί;
Δεν μου άφηνε το χέρι. Κι όταν - κουραζόμουνα όλη νύχτα, κι έλεγα «τώρα κοιμάται» και προσπαθούσα να το βγάλω το χέρι, με το που ένιωθε ότι τραβιόμουνα ξύπναγε. Οι γιατροί και οι νοσοκόμες με κρατούσανε στο νοσοκομείο με το έτσι θέλω, γιατί λέγανε… «Αν δεν είσαι εδώ εσύ…» Δεν δεχότανε κανέναν. Μέσα στη νύχτα. «Ξύπνα Αντα,» μου έλεγε….«Μην ανησυχείς, όλα είναι καλά» της έλεγα εγώ.

Είχε έναν γιατρό που την αγαπούσε πολύ έμαθα.
Τον Μουτάφη. Σπύρος Μουτάφης. Από κει που όταν βγήκε από την Ευρωκλινική, όπου ένας γιατρός είχε πει από πέρσι τον Αύγουστο «Αφήστε την γυναίκα να τελειώσει» ο Μουτάφης είπε «δεν θα την αφήσουμε έτσι.» Της στάθηκε πάρα πολύ. Και πόνεσε στο τέλος. Πόνεσε. Γιατρός να πονέσει!

Υπήρχε κάποιο περιστατικό που θυμάσαι ανάμεσα σε γιατρό και την Μαλβίνα;
Ναι με κάποιον άλλον γιατρό που μπήκε μέσα και ήταν αμίλητος. Και του λέει η Μαλβίνα «Είσαι στενοχωρημένος;» και λέει αυτός «Ναι πάρα πολύ». Αυτά δεν τα ήθελε η Μαλβίνα. Άνθρωπο να κλαίει μπροστά της . Ήμουνα η μοναδική που με ανεχότανε να κλαίω. Δεν ήθελε να κλαίνε.

Πίστευε ότι θα γίνει καλά;
Ναι βέβαια, δεν δεχότανε το θάνατο η Μαλβίνα. Σε μια φάση που βγήκαμε και πήγαμε στο σπίτι, είχε κλείσει ραντεβού με τον Ευαγγελάτο, δεν δεχότανε τηλεφωνήματα βέβαια…τα τηλεφώνα τα σήκωνα εγώ. Απλά λέει ο Ευαγγελάτος αν αποφασίσεις να δώσεις συνέντευξη. «Εντάξει» λέει η Μαλβίνα. «Απλά δεν θέλω νοσοκομείο και τέτοιες μαλακίες. Κάτσε…» του λέει, «γιατί είμαι ακόμα στο κρεβάτι, να γίνω καλά και την πρώτη συνέντευξη εσένα θα την δώσω.» Εκεί χαλάσανε πάλι τα πράγματα.

Στο τέλος είχε καταλάβει, ή πίστευε σε ένα θαύμα;
Πίστευε σε ένα θαύμα.

Στο Θεό πίστευε;
Το δοκίμασε κι αυτό. Ζήτησε κι από μόνη της παπά, έκανε πολλά πράγματα, έτσι που…εγώ μπορούσα να το καταλάβω…γιατί ένας άνθρωπος ελπίζει, απελπίζεται. Κάποια στιγμή το Πάσχα «λόγω γιορτής, όχι τίποτα άλλο» της λέω, «θες να φέρω έναν παπά;» «Να πάνε στο διάολο οι πούστηδες» λέει «που κοροϊδεύουνε όλο τον κόσμο» Δεν δέχτηκε παπά. Από εκεί που έλεγε «Να μη σε ακούω να λες «στο διάολο» ή «να μη σε ξανακούσω να λες ότι δεν πιστεύεις στο Θεό» από ένα σημείο και μετά δεν περίμενε τίποτα.

Με τις νοσοκόμες το σχέση είχε;
Θυμάμαι όταν πρωτοείχε μπει στο νοσοκομείο, ήρθε κάποια νοσοκόμα που δεν την γνώριζε- όχι από Αθήνα - από πού ήταν ένας Θεός ξέρει- και ρωτάει την Μαλβίνα «πως σε λένε; πόσο χρονών είσαι;» τέτοια «Γιατί πρέπει να σου πω;» λέει η Μαλβίνα. «Μα κυρία, πρέπει» λέει εκείνη. Συνεχίζει η νοσοκόμα. «Είχατε κάποια κληρονομική ασθένεια στην οικογένεια;» «Ναι, έχω πάρει όλα τα βίτσια της οικογένειας» λέει η Μαλβίνα. «Εσείς είχατε ποτέ κάποιο πρόβλημα;» «Ναι, είχα πάντοτε ένα πρόβλημα. Ήμουνα ανυπάκουη» λέει η Μαλβίνα. Μωρέ τι γέλιο κάναμε …Το τελευταίο τραγούδι ήταν αυτό το γέλιο, το τελευταίο τραγούδι που έχω ακούσει από το στόμα της, γιατί ύστερα όλο κοιμότανε, κοιμότανε, κοιμότανε. Πέντε Μάιου- ήταν Πάσχα και είχα γενέθλια - είχα φύγει. Είχαν πάει η κόρες της η Μελίτα και η Μαριανίνα. Ξυπνάει η Μαλβίνα και ρωτάει αμέσως ανήσυχη «που είναι η Αντα;» Φοβόταν ότι θα την άφηνα. «Έχει γενέθλια η κακομοίρα κι έχει πάει σπίτι της σήμερα» της λέει η Μελίτα Και με παίρνουν τηλέφωνο και μου λέει «Μωρό μου, χρόνια πολλά» Δεν το πίστευα. Της λέω «Έρχομαι σε μισή ώρα»- γιατί δεν ήθελε να φεύγω ποτέ από το νοσοκομείο. Τρόμος μήπως και φύγω πέντε λεπτά. Δεν μπορείς να καταλάβεις.

Αισθάνεσαι ακόμα την παρουσία της;
Στην αρχή πήγα σε έναν ψυχολόγο αλλά για οικονομικούς λόγους δυο εβδομάδες μόνο πήγα, και μετά σταμάτησα. Έχω και μια πολύ καλή φίλη που την έπρηζα, είχα την ανάγκη να μιλήσω, να μιλήσω, να μιλήσω. Τώρα έχει γίνει κάτι άλλο, κάτι κακό νομίζω. Δεν μιλάω σε κανέναν για εκείνη. Μου φαίνεται ότι όταν μιλάω με τους άλλους την μοιράζομαι. Πηγαίνω όμως κάθε μέρα στο νεκροταφείο. Κάθε μέρα. Κι όταν πηγαίνω στο νεκροταφείο, επειδή της αρέσανε πολύ τα ροζ, οι κορδελίτσες, όλα αυτά, της παίρνω ροζ τριαντάφυλλα πάντα. Όσες φορές πάω. Πάντα.

Πως ένιωθε για τους ανθρώπους στο τέλος;
Στο τέλος έγινε κάτι …Ήθελε να δείξει αγάπη σε όλους, σε όλους. Σε όποιον ήξερε και όποιον δεν ήξερε. …. Άσε εμένα, πάντα με είχε ξεχωριστή, αλλά σε όλους σου λέω…Στις νοσοκόμες…σε όλους. Λέγανε οι νοσοκόμες «Ρε συ Μαλβίνα, εσύ είσαι έτσι;» Καθόντουσαν όλες εκεί μέσα με τις ώρες. «Να πας να πάρεις φαγητό, να φάνε οι άνθρωποι» μου έλεγε. Και κει να δεις! Να τρώνε όλοι. Όσο για μένα, μερικές φορές ήθελε να φύγω, να την παρατήσω τελείως, για να μην αισθάνεται τύψεις που ήμουνα συνέχεια μαζί της. Για κανέναν άλλο λόγο. Για να μην νιώθει… Αφού μου είχανε βάλει ένα κρεβάτι δίπλα της. Είχε ζητήσει να το κολλήσουν δίπλα στο δικό της. Κι έτσι κοιμόμασταν.

Η τελευταία εικόνα από αυτήν ποια είναι;
Το χέρι της. Από αυτό το χέρι την έπιανα. Δεν είχε πια δύναμη… Ήταν μέρες που ούτε μίλησε, ούτε τα μάτια άνοιγε... κι όμως πήγαινα και της μίλαγα… της έλεγα «κουκλί μου, σε αγαπάω, σε λατρεύω, αν με ακούς μίλα μου… το ξέρω ότι και εσύ μ’ αγαπάς» Κι αυτή έβγαζε ένα ήχο από τα σπλάχνα της, σαν βρόγχο, σαν αναστεναγμό. Κι όταν το έλεγα στους γιατρούς αυτοί μου λέγανε ότι δεν είναι δυνατόν κάτι τέτοιο…

Τι αναζητούσε περισσότερο από αυτά που άφησε έξω από το νοσοκομείο;
Το μόνο που ήθελε πολύ -μπορεί να σου φανεί παράξενο- ήταν η γρανίτα φράουλα και η λεμονίτα. Η ευτυχία της ήταν αυτά τα δύο πράγματα. Καθημερινά και πολλές φορές την ημέρα, πήγαινα ακόμη και το πρωί, και της τα 'παιρνα, έτσι όταν ξυπνήσει να τα’ χει. Και τη λεμονίτα δεν την ήθελε με καλαμάκι. Την ήθελε σε ποτήρι για να βγάζει τον αφρό. «Κοίτα» έλεγε καθώς την έπινε αργά αργά, «κοίτα πόσο εύκολη είναι τελικά η ευτυχία!»…Τι άλλο της έλειπε; Το σαλόνι της, ο καναπές της.

Τα αρκουδάκια της;
Αυτά τα είχε μαζί της στο νοσοκομείο. Το πάλεψε πολύ το πράγμα. Πάρα πολύ. Δεν παραδόθηκε. Δεν το δεχόταν. Τι; Να πει «εγώ θα πεθάνω; Φυσικά όχι.» Δεν γίνεται αυτό το πράγμα.

Μου είπε ο Μενέλαος ότι βρίσκει συχνά στον τάφο της ένα κοριτσάκι που πάει και της αφήνει λουλούδια.
Ναι, μου το έχει πει, αλλά δεν την έχω συναντήσει. Την λένε Άννα μου είπε ο Μενέλαος που της μίλησε. Όπως την μάνα της που την έλεγαν Χάννα. Σύμπτωση. Συχνά πάντως βρίσκω στον τάφο λουλούδια.

Υπήρχε κάτι πάνω της που δεν σου άρεσε;
Στη Μαλβίνα;

Ναι.
Που δεν μπορούσε να πει χύμα στους ανθρώπους αυτό που ήθελε. Εκεί που μπορεί να ήταν πάρα πολύ τσατισμένη, μπορεί να έπαιρνε κάποιος που τον έβριζε τηλέφωνο, και να μην του έλεγε τίποτα.

Διάβαζε πολύ;
Συνέχεια.

Σου έδινε κι εσένα να διαβάσεις βιβλία;
Μου έδινε, αλλά μερικές φορές δεν μπορούσα να τα διαβάσω όλα. Μου έδωσε ας πούμε το «Μαγικό Βουνό». Της λέω «εμένα μη μου δίνεις τέτοια βιβλία με σανατόρια. Σε παρακαλώ.» Η Μαλβίνα μου τα εξηγούσε όλα. Όλα, ώσπου να καταλάβω.

Τι άλλο της άρεσε;
Της άρεσαν πολύ τα λαϊκά τραγούδια. Η μεγάλη της αγάπη ήταν η Βιτάλη. Και το τραγούδι που μας άρεσε και στις δύο πάρα πολύ και το τραγουδούσαμε παρέα όπου κι αν ήμασταν -στο δρόμο, στο αεροδρόμιο- κι εγώ ντρεπόμουνα, ήταν το «Του έρωτα μέγα κακό» του Κραουνάκη.

Δυστυχώς ήμουνα εγώ που είπα στην Βιτάλη ότι η Μαλβίνα δεν ήταν καλά. Ήταν σε μια συνέντευξη σπίτι της, ένα βράδυ στην Παιανία. Η Βιτάλη σοκαρίστηκε. Έβαλε τα κλάματα.
Η Βιτάλη ήταν η Θεά της. Κι ο Κραουνάκης της άρεσε πάρα πολύ. Και στις δύο μας άρεσε. Όταν πήρε συνέντευξη από τον Κραουνάκη της είπα «θα με πάρεις μαζί; Θέλω να δω τον Κραουνάκη. Μου αρέσει πάρα πολύ.» Και με πήρε.

Σπίτια γιατί άλλαζε συνέχεια;
Από ανασφάλεια. Νόμιζε ότι στο επόμενο που θα πήγαινε θα περνούσε καλύτερα.

Της άρεσε να κάθεται σπίτι ή να κυκλοφορεί;
Της άρεσε εδώ, στην Πλάκα. Τα σοκάκια. Πηγαίναμε Μοναστηράκι βόλτα με τα πόδια.

Τα κοσμικά τα βαριότανε;
«Χέσ' τα» μου λέει. Α! Και το άλλο που είχε. Μου λέει «Μην πάς ποτέ σε θέατρο Τσάμπα λεφτά. Το θέατρο Άντα είναι έξω, έξω. Άμα είσαι λίγο προσεκτική» μου λέει «θα δεις το καλύτερο θέατρο. Σινεμά να πας, αλλά όχι αυτά με τα εφε.» Δεν της άρεσαν αυτά με τα κομπιούτερ… Το χόμπι της Μαλβίνας να πούμε, ήτανε ρε φίλε, να έρθει κάποιος σπίτι και ν αρχίσει να τον ψάχνει. Σαν να διαβάζει βιβλίο. Αφού μου έλεγε «θες να γράψεις βιβλίο Άνοιξε τα αυτιά σου και θα βγάλεις μετά το βιβλίο σου.» Στο νοσοκομείο μου έλεγε «βγαίνοντας από δω έχουμε να γράψουμε!…»

Τηλεόραση έβλεπε;
Πάρα πολύ. Δεν σχολίαζε όταν έβλεπε τηλεόραση. Με τον εαυτό της κοιτούσε της ειδήσεις της ημέρας. Και δεν είχα ακούσει ποτέ να κακολογήσει, να πει. «Αυτός μωρέ ο έτσι…» Γιατί τους ήξερε όλους. Και μου έκανε εντύπωση εμένα αυτό. Όλοι λένε κάτι για τους άλλους, βρίσκουν κάτι που να μην τους αρέσει. Η Μαλβίνα δεν έλεγε τίποτα.

Κοιμότανε αργά;
Πολύ αργά. Και ξυπνούσε νωρίς. Κι έπινε τον ελληνικό της καφέ -δίχως ζάχαρη- που το έφτιαχνε μόνη της. «Εσύ μωρή κωλοαλβανίδα ποτέ δεν μου τον φτιάχνεις καλόν» έλεγε και γελάγαμε. «Πιες τον μόνη σου. Εσύ δεν είσαι για σπίτι. Λάθος επάγγελμα κάνεις». «Ναι κι εσύ δεν μπορείς να οδηγήσεις» της έλεγα εγώ. Γιατί αν κι έκανε πολλά μαθήματα δεν τα κατάφερε ποτέ με το οδήγημα. Όταν με είδε εμένα που πήρα αυτοκίνητο και της είπα «πάμε βόλτα» μου λέει «μαλάκα το ξέρεις καλά, ή θα το ρίξεις κι εσύ στα σκουπίδια όπως έκανα εγώ;» Όταν οδηγούσα κοίταζε τα σήματα και μου έλεγε. «Πρόσεχε τώρα. Κόψε ταχύτητα» «Ρε Μαλβίνα» της έλεγα. «Τα ξέρω τα σήματα.» Έκανε μεγάλη χαρά όταν πήρα αυτοκίνητο και πηγαίναμε μετά όπου θέλαμε. «Πάμε όπου να' ναι» μου έλεγε. «Άντε να σου δείξω που είναι το σπίτι μου στην Βουλιαγμένη. Εκεί που έμενα παλιά.» Και πιάναμε την παραλία και πηγαίναμε μέσα στην νύχτα να δούμε το παλιό της σπίτι που το είχε πουλήσει. Έτσι, απλές βολτούλες.

Πίστευε πολύ στον γάμο. Γιατί;
Ήθελε την ασφάλεια. Από την πρώτη μέρα μου λέει. «Έχω μια τρέλα. Θέλω να είμαι πάντα παντρεμένη.» Αλλιώς πίκρα. Αυτό. Πόσες φορές είχαμε αυτήν την κουβέντα! Την είχαμε κάνει κομμάτια και την αναλύαμε.

Όταν πήγε για εξετάσεις στην Αμερική μιλούσατε στο τηλέφωνο;
Πάντα. Κι αυτό της έκανε εντύπωση που την έπαιρνα και την έλεγα «μην νοιάζεσαι, έχω κάρτα.» Ξέρεις αυτές τις κάρτες που πληκτρολογείς τον αριθμό και μιλάς. «Μην ανησυχείς της έλεγα. Θα μιλήσουμε μέχρι να τελειώσει η κάρτα.» Με πήρε κι όταν ήταν να έρθει τηλέφωνο και μου λέει «Έρχομαι. Θέλω να μου ανοίξεις το σπίτι. Θέλω την αγκαλιά σου.»

Όταν κάθεσαι στον τάφο της τι σκέφτεσαι;
Συζητάω. Της λέω «τι κάνεις φιλενάδα;» Ανάβω τσιγάρο. Μου λείπει ρε….Δεν είχα άλλη εκτός από την Μαλβίνα….και από μια ακόμα φίλη, που της έχω γίνει βάρος, γιατί κι αυτή δεν μπορεί να ακούει ότι η Μαλβίνα ήταν η καλύτερη φίλη μου….Αλλά πολλές φορές νιώθω μόνη μου…. Μου λείπει….Θυμάμαι μια φορά στο νοσοκομείο που μου λέει …«φοβάμαι Άντα.» Μια φορά το είπε. Μία. Με πιάνει από το χέρι και μου λέει «Άντα φοβάμαι»…. «Μη φοβάσαι» της λέω…. «Φοβάμαι τόσο πολύ που θέλω να φύγεις πρώτη εσύ και μετά να έρθω εγώ.» Το πιστεύεις αυτό; Ξέρεις, την Μαλβίνα εγώ την έχω κλάψει πολύ από το νοσοκομείο ακόμα. Όταν ήταν ζωντανή. Δεν μπορείς να φανταστείς. Σε στιγμές που την έβλεπα ότι ήθελε να ζήσει. Ξέρεις τι είναι να σου ζητάει ο άλλος βοήθεια και να μην μπορείς να βοηθήσεις. Εγώ όταν έβλεπα ότι κάτι της έφταιγε τα 'βαζα με τους γιατρούς. Φώναζα, έκανα. Τότε αυτή ένιωθε μια ασφάλεια. «Συγνώμη βρε γλυκιά μου», της έλεγα «δεν μπορώ να σε αφήσω έτσι.» Μπροστά της δεν έκλαιγα, όμως έβγαινα έξω κι έκλαιγα.

Την είχες δει να κλαίει;
Μια φορά. Δεν την είχα δει ποτέ μέχρι τότε να κλαίει. Την είχα δει να κλαίει για μαλακίες. Για άντρες ας πούμε. Σιγά το πράμα…. Ήταν ήδη άρρωστη. Βλέπαμε μια ταινία της Βουγιουκλάκη όταν άρχισε να κλαίει με όλη την ψυχή της και να λέει «Δεν το πιστεύω ότι έχει φύγει η Αλίκη.» Κι άλλη μια φορά τότε που έγραψε το βιβλίο, που μου λέει. «Γράφω για την μάνα μου και θέλω να με αγκαλιάζεις.» Κι έριξε ένα κλάμα!…Έκλαψε, έκλαψε. Κλάμα…Μόνο τότε μου ζήτησε να την αγκαλιάσω. Και μια φορά στο νοσοκομείο που μου λέει «Κράτα μου το χέρι. «Χάιδεψέ μου το χέρι σε παρακαλώ να νιώθω ότι υπάρχεις. Μη μου φύγεις.» Εκεί εντάξει. Δικαιολογημένα. Έκλαψε και μια άλλη μέρα αλλά χωρίς φωνή. Απλά τρέχανε τα δάκρυα. 3 Φεβρουάριου 2002. Είχε γενέθλια. «Μήπως με έχει αφήσει ο Θεός;» μου λέει. Δεν έκλαψε, αλλά είδα τα δάκρυα να τρέχουν. Δεν την είδα πολλές φορές να κλαίει. Έλεγε «ο άνθρωπος πρέπει να πεθαίνει με αξιοπρέπεια.»

Της άρεσε να μαγειρεύει;
Πάρα πολύ. Τραπέζια μεγάλα που εγώ νόμιζα ότι θα ξεκινήσουμε από το μεσημέρι να τα ετοιμάζουμε αυτή μου έλεγε «Θα δεις, σε μια ώρα θα όλα θα τα έχω φτιάξει όλα. Και πραγματικά σε μια ώρα τα είχε όλα έτοιμα όλα. Σε μια ώρα.

Για τους άντρες τι πίστευε;
Ότι είναι πιο αδύναμοι από τις γυναίκες.

Για το μέλλον της τι σχέδια είχε;
Να Φύγει το ΠΑΣΟΚ και να κάνει πράγματα πάλι. Γιατί ξέρεις ότι την διώξανε από παντού.

Αυτό πρέπει να της στοίχισε πολύ της Μαλβίνας.
Πάρα πολύ. Τώρα στο τέλος μου λέει. «Αντα δεν σε θέλω για το σπίτι πια» Ήθελε να με κάνει βοηθό της. Πήγαμε και στον FLASH πέρσι –αν κι εγώ το ήξερα ότι δεν θα γινότανε, γιατί ήξερα τι είχε ενώ εκείνη όχι- και μου λέει «Αντα μαλάκα, προχωράμε. Φεύγουνε αυτοί οι πούστηδες και θα δουλέψουμε μαζί. Όπου κι αν είμαι θα είσαι από πίσω. » Όταν επέστρεψε από την Αμερική νόμιζε ότι όλα θα πήγαιναν καλά. Εγώ ήξερα ότι δεν θα γινότανε.

Είχε παράπονο από τους φίλους της;
Όχι. Όχι , κανένα. Και στο τέλος να σου πω κάτι… Μπορεί να έλεγε «δεν θέλω να δω κανέναν» αλλά ήθελε. Θυμάμαι που πήρε η Λάσκαρη, η Ζωή, και μου λέει τσατισμένη «τι κατάσταση είναι αυτή; Είναι φίλη μου, δεν μπορεί να μην θέλει να με δει!» «Δεν θέλει, δεν θέλει. Τι να πω!» της λέω. Κι έρχεται η Λάσκαρη με το έτσι θέλω.

Και;
Μια χαρά κουβέντα. Μα δεν έδειχνε…δεν ήθελε γιατί κάποια στιγμή και μετά ήταν πολύ κουρασμένη.

Εσύ πως εξηγείς το γεγονός ότι ένας άνθρωπος με τόσους φίλους, τόσους ανθρώπους γύρω της που την λάτρευαν γαντζώθηκε τόσο πάνω σε σένα;
Η γνώμη μου είναι ότι εγώ ας πούμε, ότι έκανα δεν το έκανα για την Μαλβίνα Κάραλη. Οποιοσδήποτε άλλος μπορούσε να έρθει για την Μαλβίνα Κάραλη. Το καταλαβαίνεις αυτό που λέω; Ήθελε αλλιώς, να έρθουν επειδή την αγαπάνε. Γιατί έπαιρνε ο Νταλάρας τηλέφωνο. Έλεγε αυτό και το άλλο. «Πες στην Μαλβίνα ότι θέλω να έρθω.» Λέω «Η Μαλβίνα δεν δέχεται επισκέψεις. Έλεγε η Μαλβίνα «δεν είναι οι άνθρωποι που εγώ έχω συζητήσει το πρόβλημά μου. Είναι άνθρωποι που με ξέρουνε από αυτόν τον χώρο.» Και το άλλο. «Έρχονται για να με δούνε και μετά να πάνε σπίτια τους και να νιώθουν τυχεροί που αυτοί είναι καλά.» Γι αυτό δεν ήθελε.

Τραγουδούσε καθόλου στο νοσοκομείο;
Το τελευταίο τραγούδι που ακούστηκε από τα χείλη της στο νοσοκομείο ήταν το «Εξαρτάται μου λες εξαρτάται» της Χάρις Αλεξίου. Το τραγουδούσαμε μαζί. Η τηλεόραση έδειχνε κάτι από μια συναυλία της Αλεξίου. Μου έχει μείνει αυτό. Τα θυμάμαι αυτά. «Το τελευταίο τραγούδι που τραγούδησε η Μαλβίνα» λέω.

Αν την έβλεπες τώρα τι θα της έλεγες;
(Ξαφνιάζεται, χαμογελά πλατιά και τα μάτια της λάμπουν). Τη λατρεύω. Την λατρεύω! Δεν μπορείς να φανταστείς…. Νιώθω ένα πόνο…. Δεν μπορείς να φανταστείς…. Ονειρεύομαι να μπορούσαμε να γυρίζαμε πίσω εφτά χρόνια. Τότε δεν με ήξερε, αλλά να ήξερα εγώ τι πρόκειται να γίνει και να την έπαιρνα σηκωτή και να την πήγαινα σε ιατρεία. Γιατί έφυγε τσάμπα. Για ένα τεστ Παπ έφυγε.

Τι σου λείπει περισσότερο από την Μαλβίνα;
Ν’ ακούσω μόνο την φωνή της. Κοίτα και τώρα ακόμα στέλνω στο κινητό της μηνύματα.

Στέλνεις μηνύματα στο κινητό της ακόμα;
Ναι, βεβαίως…να κοίτα. Βλέπεις εδώ; Αποθηκευμένα. «Σε λατρεύω και μου λείπεις γλυκιά μου. Αντουλίνα» - γιατί εμένα με φώναζε Αντουλίνα. Και λέω σε όλους «Δεν θέλω κανένας άλλος να με φωνάζει Αντουλίνα.» Άλλο μήνυμα, να κοίτα. «Μου λείπεις. Η Αντουλίνα σου.» Τα γράφω και τα αποθηκεύω. Την συσκευή της την έχασα δέκα μέρες πριν πεθάνει και όταν τώρα παίρνω και μου λέει απενεργοποιημένο, τι να σου πω…κοντεύω να πεθάνω κι εγώ…Καμιά φορά όταν είμαι μόνη μου λέω «Κάτσε να στείλω μήνυμα.» Η μερικές φορές το πρώτο πράγμα το πρωί. Της γράφω «Καλημέρα. Η φιλενάδα σου.» Και ξέρεις κάτι…είμαι από Αλβανία. Καμιά σχέση με Χριστιανισμό και τέτοια. Μετά από αυτή την εμπειρία είναι η πρώτη φορά που πιστεύω στον Θεό. Δεν γίνεται, λέω, μόνο το σώμα φεύγει. Δεν μπορώ εγώ να δεχτώ ότι έχει φύγει ένας άνθρωπος που αγαπάω. Κοιτάω καμιά φορά πάνω. «Δεν υπάρχει περίπτωση. Κάπου είναι λέω. Μ’ ακούει. Δεν γίνεται.» Η κάθομαι και λέω. «Αν έρθει κάποιο πουλί κοντά μου, θα είναι η Μαλβίνα.» Δεν θα το πιστέψεις αυτό που θα σου πω. Είχα παρκάρει εδώ πιο κάτω μια μέρα. Το αμάξι μου άναβε, αλλά δεν έπαιρνε μπρος. Είχα μείνει έτσι πάνω από μισή ώρα. Και λέω: «σε παρακαλώ Μαλβίνα, αν μ’ ακούς βοήθησέ με να φύγω από δω.» Και μετά δίσταζα να το ανάψω γιατί σκεφτόμουνα, ότι αν δεν ανάψει πάει να πει ότι δεν με ακούει, ότι δεν υπάρχει. Και λέω «να το ανοίξω ή να μην το ανοίξω;». Μπορείς να μου πεις: «Ρε Άντα, σύμπτωση ήταν. Μην τα παίρνεις έτσι!» Το άνοιξα και πήρε μπρος το αυτοκίνητο. Kι όπως βγαίνω από το δρόμο λέω «Παναγία μου! Μαλβίνα υπάρχεις.» Και μπαίνω επί τόπου στο νεκροταφείο. Δεν φεύγω να πάω στο σπίτι μου στον Πειραιά. Και το νεκροταφείο ήταν κλειστό. Κάθισα εκεί απέξω πέντε λεπτά. Κάπνισα ένα τσιγάρο και λέω «Γλυκιά μου, είσαι δίπλα μου» Αν μπορείς να το πιστέψεις πίστεψέ το..

Περνάς καμιά φορά απέξω από το σπίτι;
Πολλές φορές. Και έτυχε πριν πέντε μέρες πού πήγα, να δω ότι το βάφουν. Η πόρτα ήταν ανοιχτή. Μπήκα μέσα κι ενώ το σπίτι ήταν άδειο, με εφημερίδες στο πάτωμα, εγώ το είδα γεμάτο. Όπως ήτανε. Κλάμα! Γιατί ξέρεις; Πεθαίνει ένας άνθρωπος αλλά τουλάχιστον δεν χαλάει το σπίτι του… Εδώ χάλασε το σπίτι του.

Τι ήταν για σένα η Μαλβίνα με δυο λόγια;
Η Μαλβίνα μου; Ο καλύτερος άνθρωπος. Η πιο καλή ψυχή. Και δεν ήξερα ότι εγώ θα αγαπούσα τόσο ένα άνθρωπο, γιατί συνήθως είμαι πολύ κρύα. Δεν ήξερα ότι μπορούσα να αγαπήσω ένα άνθρωπο. Και το έμαθα εκεί. Με την Μαλβίνα. Δεν το λέω μόνο εγώ αυτό. Μου το λένε στην οικογένειά μου. Μου λένε «εσύ αποκλείεται να κάνεις έτσι για έναν άνθρωπο. Αποκλείεται.» Φτάσανε σε σημείο οι δικοί μου, η μάνα μου, ο αδερφός μου, ο πατέρας μου να μου πούνε συλλυπητήρια.

Την έχεις δει ποτέ στον ύπνο σου;
Πολλές φορές. Δεκαπέντε Αυγούστου μου ζητάει μια καθαρή πετσέτα και σοκολάτα. Της λέω «την καθαρή πετσέτα μπορώ να την βρω. Την σοκολάτα όμως;» Είχα πολλά γλυκά αλλά δεν μπορούσα να βρω την σοκολάτα που ήθελε. Δεν της είπα ότι δεν έχω. Της είπα «θα ψάξω να την βρω.» Δεν ξέρω τι σημαίνει. Και μια άλλη φορά πάλι που ήταν έγκυος. Έγκυος και άρρωστη με αυτήν την αρρώστια που είχε. Και μου λέει «‘Αμάν ρε Αντα. Πότε θα τελειώσει αυτό το πράγμα!» Της λέω «Θα τελειώσει γρήγορα» κι αυτή παίρνει τότε ένα τσιγάρο και ρουφάει μια βαθιά και λέει «Αχ! Το φχαριστήθηκα.» Την άλλη μέρα πήγα και κάπνισα τσιγάρο μαζί της. Αφήνω και κανένα τσιγάρο καθώς φεύγω. Στην αρχή της άφηνα τσιγάρα, λεμονίτα και γρανίτα φράουλα. «Άντε της λέω. Σου έφερα, μην έχεις παράπονο από μένα.»

=======================================
Μιλάνε οι δύο αγαπημένες της τραγουδίστριες: Χάρις Αλεξίου και Ελένη Βιτάλη.
=======================================

Η Μαλβίνα ψιθύριζε συχνά τραγούδια της Χάρις Αλεξίου και της Ελένης Βιτάλη. Το «Εξαρτάται» μάλιστα ήταν το τελευταίο τραγούδι που ακούστηκε από τα χείλη της. Όσο για την Ελένη Βιτάλη, την θεωρούσε ανέκαθεν «Θέα». Τους ένωναν φαίνεται οι μυστικές κλωστές που ενώνουν και το άνευ όρων ΠΑΘΟΣ με τη ζωή και τον έρωτα. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τα βαθιά δάκρυα της Βιτάλη το βράδυ που, πάνω σε μια συνέντευξή μας στο σπίτι της στην Παιανία, της είπα ότι η Μαλβίνα δεν ήταν καλά.
Π.Μ.

«Πάντα ένιωθα για αυτήν μια αμηχανία κι αυτό μάλλον με έκανε να την ακούω και να την διαβάζω. Γελούσα μαζί της, θύμωνα καμιά φορά με την αυθάδειά της αλλά η Μαλβίνα σε ξύπναγε.
Ήτανε ξεχωριστή, προκλητική αλλά κατά την γνώμη μου και ντροπαλή και μου έδινε την εντύπωση ενός πολύ ευάλωτου ανθρώπου παρόλο τον τσαμπουκά που έβγαζε προς τα έξω. Δεν την συναναστράφηκα για να ξέρω ποιο ήταν το καθημερινό της «ανθρώπινο» πρόσωπο αλά νομίζω πως θα ήθελα να είναι φίλη μου.
Θυμάμαι ακόμα τη πρώτη συνέντευξη, για τον Ταχυδρόμο» νομίζω, τέλος της δεκαετίας του ‘70. Ασχολήθηκε κι αργότερα μαζί μου και θυμάμαι που είχε τσαντιστεί όταν έκοψα τα μαλλιά μου και όταν τραγούδησα μοντερνίζοντα κατ’ αυτήν τραγούδια. Φοβόταν μη με «χαλάσει» το star system και δεν είμαι πλέον λαϊκή. Με αγαπούσα πραγματικά , το ένιωθα.
Πόσο μου λείπει σήμερα η προσωπικότητά της!
Είναι άραγε καλά εκεί..;»

Χάρις Αλεξίου.
======================================

«Μαλβίνα....Αλήθεια πόσο ρόλο παίζει στη ζωή μας, στην ψυχολογία μας, το όνομά μας. Είμαι απόλυτα σίγουρη πως αν την έλεγαν Βαρβάρα ή Ασπασία ή Σωτηρία, θα ήτανε τελείως άλλος άνθρωπος. ΜΑΛΒΙΝΑ: Μ- ητέρα, Α-γάπη, Λ-όγος, Β-ουή, Ι-ερό, Ν-αός, Α-λήθεια. ΜΑΛΒΙΝΑ. Ένας άνθρωπος χορτάτος, ανοιχτός, έξυπνος/ Ένας άνθρωπος που ήξερε πως δεν ήξερε, γι αυτό ήξερε να ζει. Αγάπησε με Θεϊκό Πάθος ό,τι αληθινό. Δηλαδή ότι διαχρονικό και δεν την άγγιξε ποτέ το κοροϊδιλίκι!!! Την άγγιξε όμως ο έρωτας! Το πιο γλυκό και πικρό του κόσμου. Ο Μ. Καραγάτσης λέει -κι εγώ το πιστεύω απόλυτα : Ο ΕΡΩΤΑΣ ΚΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ. Κάποιος Άγιος, δεν θυμάμαι ποιος, ο θεός να με συγχωρέσει, έχει πει : η γυναίκα που ζηλεύει τον άντρα της, παθαίνει καρκίνο της μήτρας. Όχι πως η Μαλβίνα έφυγε μόνο από αυτό. όχι-όχι-όχι. Η Μαλβίνα, νομοτελειακά νομίζω, έφυγε γιατί πήρε κι ‘έδωσε (πάνω απ’ όλα το δεύτερο) ό,τι δε δίνουν άλλοι σε περισσότερα χρόνια. Πιστεύω πως το κορίτσι τώρα βρίσκεται πάνω από το τρίτο κοσμικό εφτάρι.»

Ελένη Βιτάλη

========================================
Μια συνέντευξη στον Κωνσταντίνο Βήτα
========================================
Γνώρισα τη Μαλβίνα το 1995 όταν της πήρα μια συνέντευξη για λογαριασμό του περιοδικού 01. Την ήξερα από πολύ πιο παλιά, σαν δημοσιογράφο και προσωπικότητα του χώρου των media, αλλά και σαν μια ωραία και έξυπνη γυναίκα. Αυτό ήταν που με φόβιζε όταν πήγαινα να της πάρω συνέντευξη. Το γεγονός ότι ήταν τετραπέρατη. Μέσα στα πρώτα λεπτά της γνωριμίας μας έβλεπα αυτή τη γυναίκα να μεταμορφώνεται σε μια γάτα (Αγκύρας), πάνω στον καναπέ και τις πολυθρόνες, να γίνεται διασκεδαστική, γλυκιά, ερωτική χωρίς να έχει καμία διάθεση να κάνει την έξυπνη. Έμοιαζε σαν σκανταλιάρικο καρτούν, κάτι μεταξύ Τοπ-Κατ και Ροουντ-Ράνερ, (έριχνε μια βόμβα και μετά καθόταν με ύφος Μπαγκς-Μπάνυ στο ίδιο σημείο και μασούλαγε ένα καρότο…Σούπερ κουλ). Της είχα πει τότε, πως μέσα στο σπίτι της έδειχνε μια απλή γυναίκα-καμιά σχέση με αυτό που ξέραμε σαν Μαλβίνα παραέξω.«Θα ‘ρθεις με τον Στάθη και θα σας μαγειρέψω ψαράκι στο φούρνο ή στιφάδο» μου απάντησε αυτή. Είχαμε μάλιστα και μια κόντρα ως προς το ότι εγώ είμαι χορτοφάγος. Ήταν κάτι που την έκανε έξαλλη.
Μετά βρισκόμασταν -τυχαία πάντα- σε δρόμους της Αθήνας, σε εκδηλώσεις ή σε νυχτερινά κλαμπ, που συχνάζαμε τη δεκαετία του 90. Λέγαμε κάτι χαζά και αυτή στο τέλος μου έλεγε πάντα, «να έρθεις να σου μαγειρέψω.» Της είχα πει πως μου άρεσε με τα μακριά μαλλιά. Έτσι την είδα την τελευταία φορά λίγο πριν μπει στο νοσοκομείο, με τα μαλλιά μακριά, ένα βράδυ στην οδό Σκουφά.
Πιστεύω πως ο κόσμος δεν μπόρεσε να καταλάβει. Είχε ένα πολύ ανοιχτό μυαλό, σε σχέση με τα μικρά κανάλια και τη μικρή οθόνη. Γινόταν πλακατζού, κουλτουριάρα, φιλόσοφος, κατίνα. Αλλά πάντα, σέξι. Ένα κινούμενο υγρό διαμάντι, με ένα μυαλό κινούμενης πνευματικής βόμβας που όταν εκρήγνυται γεμίζει την Ερμού με ποιήματα και μανιφέστα. Έχω την εντύπωση ότι κατά βάθος ήθελε να είναι ένα ήσυχο, ερωτευμένο κορίτσι.
Μου λείπει. Νομίζω πως η Αθήνα είχε περισσότερη πλάκα και πολιτισμό με τη Μαλβίνα.

========================================
Συνομιλία με πλανόδια πωλήτρια βιβλίων
========================================

Κατεβαίνοντας την Μητροπόλεως κοντά στο τελευταίο σπίτι της Μαλβίνας βλέπω μια πλανόδια πωλήτρια. Στον πάγκο βιβλία. Φτηνές μεταφράσεις των κλασικών με εξώφυλλα από ξεθωριασμένη magenta, βιβλία κηπουρικής και πρακτική ψυχολογία. Ανάμεσα στην φάτσα του Φρόιντ και του Καμί ξεχωρίζω το χαμογελαστό και δαιμόνιο μαζί μουτράκι της Μαλβίνας. Πάνω σε ένα από τα βιβλία με συνταγές της με το τίτλο «τα Μαλβινέζικα». Πιάνω το βιβλίο στα χέρια και αρχίζω κουβέντα με την πλανόδια πωλήτρια.

Π.Μ.- Καλές οι συνταγές της Μαλβίνας;

- Τι να σου πω. Σάμπως τις ξέρω; Δεν τις έχω διαβάσει. Περίεργες θα ναι όπως ήταν και η ίδια.

Π.Μ - Δεν σας άρεσε;

- Καλή φαινόταν αλλά είχε ένα στόμα! Δεν φοβόταν κανέναν. Εγώ γράμματα πολλά δεν ξέρω κι ούτε τα καταλάβαινα αυτά που 'λεγε αλλά φαινόταν να ξέρει τι λέει κι ας έλεγε κακίες καμιά φορά.

Π.Μ - Ήταν κακός άνθρωπος λέτε;

- Μπα! Έτσι είναι οι κακοί; Οι κακοί είναι αυτοί που τα λένε όλα μέλι γάλα. Ήταν όμως μέσα στην παραξενιά…

Π.Μ - Δηλαδή;

Θυμάμαι ένα πρόγραμμα από αυτά τα πρωινά, με την Ρούλα νομίζω ήτανε, την Κορομηλά. Εκεί που τα λέγανε μια χαρά σηκώνεται ξαφνικά και λέει «εγώ φεύγω τώρα, έχω να φτιάξω στον άντρα μου σαλάτα και μακαρόνια.» Τόσος ζήλος γι αυτόν τον άντρα! Ολόκληρη Μαλβίνα! Συνήθως εγώ ξέρω ότι όλες αυτές οι πλούσιες έχουνε Φιλιπινέζες που τους τα ’χουν’ έτοιμα. Τι να πω! Καλή φαινότανε. Είχε κάτι το αλλιώτικο. Θα το πάρετε το βιβλίο;

===============================
Στάθης Τσαγγαρουσιάνος
Δημοσιογράφος - διευθυντής περιοδικού Symbol
===============================

Η Μαλβίνα ήταν ένα από τα λίγα πράγματα που άξιζαν στη μικροπρεπή και άφιλη φάρα μας –ένα πρόσωπο μεγάλης περηφάνιας και γενναιοδωρίας. Δεν έμοιαζε με κανέναν. Κανείς δεν θα την υποκαταστήσει ποτέ. Ήταν προϊόν μιας μοναδικής χημείας που είχε μέσα Ισραήλ, την υγρασία της Κεντρικής Ευρώπης, τον τρόπο που ερωτεύονται τα λαϊκά κορίτσια στο Μενίδι, τα φληναφήματα του Ζουλάφσκι, ένα σχεδόν εργαστηριακό βλέμμα επάνω στην ανθρώπινη βλακεία, μεγάλη τρυφερότητα και υπέροχα μάτια που ακόμα κι όταν γέλαγε ήταν σαν δακρυσμένα.
Είχε δεχτεί να γράφει στο Symbol για τη φιλία μας. Ποτέ δεν μίλησε για λεφτά. Ποτέ δεν μίλαγε για λεφτά με τους φίλους της. Τα άρπαζε από τα media και μετά τα σκόρπιζε στην παρέα της, σαν να μην υπάρχει αύριο. Αν κάτι σ’ άρεσε στο σπίτι της (σε ένα από τα σπίτι της, που άλλαζε τα τελευταία χρόνια σαν πουκάμισα – στην Πλάκα, τη Βουλιαγμένη, το Κολωνάκι) επέμενε να το πάρεις μαζί σου φεύγοντας. Ήθελε να μου δώσει την Jaguar της να την έχω να την κυκλοφορώ. «Πάρ' την μου είπε μια μέρα. Είναι κλεισμένη στο γκαράζ…Εγώ δεν ξέρω να οδηγώ.» δεν ήταν μια διάθεση απογύμνωσης, στο τέλος, που ήρθε η αρρώστια, ήταν ένα συστατικό του μποέμικου χαρακτήρα της. Αν και στην ιδιοφυή τηλεοπτική περσόνα της αλλά και στο gestalt της ιδιωτικής της ζωής η Μαλβίνα προέβαλλε την εικόνα της υποτακτικής γυναίκας που σκύβει το κεφάλι στα αρσενικά και βρίσκει γαλήνη στην κουζίνα της, εγώ νομίζω ότι ήταν ένα ποιητικό, επιβιωτικό αλητάκι που διέσχισε τον ουρανό μόνο του –σαν πουλί που γι αυτό δεν υπάρχει φωλιά. Ίσως γι αυτό και υπερεκτιμούσε τις αγκαλιές – των εραστών και των φίλων της. Ίσως γι αυτό μυθοποιούσε τον γάμο. Η Μαλβίνα ήταν πάντα μια περιπλανώμενη, παιδί αγνώστου πατρός- και αυτό της προσέδιδε παρατολμία και ιδιωματικότητα.
Τη θυμάμαι και στα ψηλά και στα χαμηλά και τώρα που όλα τα αλέθει ο θάνατος, όλες οι εικόνες της με συγκινούν το ίδιο. Βράδια που μεθύσαμε και βράδια που κλάψαμε, βράδια που κάψαμε τα μωσαϊκά και βράδια που πενθήσαμε για απροσδιόριστα πράγματα. Τη θυμάμαι την εποχή της δόξας της (όταν δεν μας άφηναν να περάσουμε και φορούσε περούκες να μη, την αναγνωρίζουν) και την εποχή της πτώσης της όταν έφυγε για την Αμερική.
Όταν γύρισε από τις χημειοθεραπείες της Αμερικής βγήκαμε σε ένα ταβερνάκι κοντά στο σπίτι της στην πλάκα. Μόλις είχε μπει το φθινόπωρο, τα μαλλιά της είχαν μακρύνει, το πρόσωπό της ήταν γαλήνιο. Ποτέ δεν την είχα δει τόσο όμορφη και της το είπα. Δεν είχε την λάμψη εκείνη ου άστρου που καίγεται και που την έκανε διάσημη –ήταν μια επιτέλους ήσυχη (ή συνθηκολογημένηWink γυναίκα, που έπινε λίγο άσπρο κρασί και χαμογελούσε στην βραδινή δροσιά. Πίστευε και πιστεύαμε ότι το κακό είχε περάσει, τουλάχιστον έτσι της είχαν πει. Έκανε ψύχρα και φόρεσε τη ζακέτα της –απτή και γήινη, αυτό το κορίτσι που τρομοκρατούσε τον Σιμήτη και την έτρεμαν για τον τσαμπουκά και την ιδιορυθμία της. Τελευταία φορά την είδα στην Ευρωκλινική, λίγο πριν μπει ο χειμώνας. Ήταν πριν την απόλυτη κατάρρευση. Ήταν βράδυ μετά τη δουλειά –την βγάλαμε στο μπαλκονάκι πάνω από τον κήπο και είχε ένα ωραίο φεγγάρι στον κόκκινο ουρανό. Είχε σταματήσει πια να γράφει την στήλη της στο Symbol. Μετα βίας ρουφούσε το νερό με το καλαμάκι. Ο Αντώνης Τσιπιανίτης, (ένας από τους στενότερους φίλους της0 πήγε μέσα για να μην τον δει κι έβαλε τα κλάματα.
Άνθρωποι σαν την Μαλβίνα, επειδή είναι τόσο αταίριαστοι και ιδιαίτεροι, πολλές φορές χάνονται γιατί τρομάζουν την κοινωνία. Η μαλβίνα ευτύχησε να γίνει σταρ (πάντα ένιωθε σταρ) και να περάσει αρχοντικά ως προς το ζην. Μερικοί προσπάθησαν να την εξαφανίσουν και εν μέρει το κατάφεραν –κυρίως όμως τα κατάφερε ένα προαίσθημα κούρασης που την κατέβαλε τα τελευταία χρόνια, και που δεν της άφηνε πίστη και σθένος να δουλέψει όπως παλιά. Μια αδιαφορία επίσης για τη δόξα που την χόρτασε και την γλέντησε.
Εγώ όμως δεν την χόρτασα τη Μαλβίνα. Το εννοώ. Φανταζόμουνα ότι θα γεράσει και θα είναι το καταφύγιό μου, μερικές νύχτες που θα χρειαζόμουνα μια ψαρόσουπα και μια αληθινή φίλη να πούμε τις μπούρδες μας.
Μου το χάλασε!

============================

Η φιλία με τον Σταμάτη Κραουνάκη
=======================
Αν το μεσημέρι που κηδέψαμε τη Μαλβίνα η Μαλβίνα ζούσε και κηδεύαμε κάποιον άλλο φίλο ή φίλη, σίγουρα σε κάποια γωνιά, κάποια στιγμή, εγώ ,εκείνη και η Ανδριαννή θα είχαμε-με δική της πρωτοβουλία και βουτηγμένοι στο λυγμό - θα είχαμε, λέω, αποφασίσει, ετοιμοπαράδοτοι στο χαβαλέ, ότι πρέπει να ειδοποιήσουμε τους φίλους μας να μην πεθαίνουν ημέρες καλοκαιρινές γιατί είναι απελπιστικό πράγμα η κηδεία με τόση ζέστη.
Αυτό! Κάπως μας ανακούφισε με την Ανδριαννή που το σκεφτήκαμε καθώς κατηφορίζαμε τις συστάδες του Πρώτου Νεκροταφείου.

Θύμωσα. Μετά, την άλλη μέρα, θύμωσα με τον εαυτό μου, που πάλι δεν προλάβαμε να σχεδιάσουμε την μεγάλη αισθηματική κομεντί- μιούζικαλ ή τον έσχατο κανιβαλισμό της Κυβέρνησης.

Ακούστε αυτό: Δέκα το βράδυ, xτυπάει τηλέφωνο.
-Έλα Σταμάτη… Μαλβινα! Πρέπει να κάνουμε αμέσως τα σποτ για την εκπομπή μου
-Πότε;
-Τώρα! Αύριο Θα' ναι αργά, βγαίνω στον αέρα!
Ο φίλος μου και συνεργάτης μου, ηχολήπτης Δημήτρης Μαλέγκας με κοιτάει απ’ την κονσόλα. «Κάτσε» του γνέφω -μόλις είχαμε ολοκληρώσει κάποια ηχοληψία – μίξη, που να θυμάμαι- «Ελάτε ΤΩΡΑ» της λέω στο τηλέφωνο. «ΤΩΡΑ όμως!» Κι έφτασαν. Εκείνη , η Αλίκη, ο Μίνος, ο Κωνσταντίνος και ποιος άλλος δεν θυμάμαι. Πήραμε πίτσες, χύθηκαν ουισκάκια στα ποτήρια και μέχρι πρωίας ηχογραφούσαμε στο δυάρακι της Καλλιθέας, αντικυβερνητικά τσιτάτα, όπως. -τα θυμίζω- : «τζάμπα παν’ οι κώλοι μας» «όξω πούστη απ την παράγκα» και το κορυφαίο «κατάρα στο λαδέμπορο» που με έβαλε και το είπα τη φωνή στεντόρεια, με το έτσι θέλω. Σηκώσαμε τη γειτονιά στο πόδι. Ουρλιάξαμε στο χάχανο. Εκείνη ήταν περήφανη ακόμα μια φορά για την Ζαβολιά της. Και χαμογελούσε πονηρά.

Η Μαλβινα μ’ έστειλε επίσης με τον τσαμπουκά στον Παναγιωτόπουλο για το «Αυτή η Νύχτα μένει». Ήθελε να γίνονται πράγματα. Ωραία, κάποιους καιρούς δε μιλάγαμε. Κάποτε μάλιστα μ’ έβρισε από τη ΓΥΝΑΙΚΑ. Μετά με ξαναλάτρεψε. Έτρωγε κόλλημα με κάτι δικό μου και μ’ έπαιρνε μες στη νύχτα. Μιλάγαμε μέχρι ξημέρωμα.

Τώρα που το θυμάμαι όλη της η ζωή, μια περιπέτεια. Ήθελε να μιλάμε για τον έρωτα, για την αποκλειστικότητα. Ήμασταν υπέρ του γάμου. Έτσι καταλήγαμε: «Αλλιώς ο ερωτάς είναι άστεγος…. Χα χα χα…» Μετά Προυστ, ότι ο Λευτέρης Βογιατζής υπάρχει μόνο στο θέατρο. Όλοι οι άλλοι, Βαρκαρόλες!

Ένιωσα ότι έφυγε μια φωνή. Βοώντος ,όντως. Εν τη ερήμω των συνειδήσεων. Αν ήμουν κυβέρνηση θα την πλήρωνα πολλά δις να συνεχίσει το πρόγραμμά της για πάντα, να με διαφημί
radical30
radical30
Admin

Εγγραφή : 28/09/2009
Δημοσιεύσεις : 3499
Τόπος : Πόρτο Ράφτη
Ηλικία : 93

http://radicalrvolution-radical30.blogspot.com

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

Επιστροφή στην κορυφή

- Παρόμοια θέματα

 
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης